Ποιήματα V




 ΕΞΟΔΟΣ ΑΠ' ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΕ ΤΙΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ

 Νύχτα γεμάτη όνειρα
 μάγια κι ανατριχίλες
 πρόσωπα χωρίς υπόσταση
 σκιές αγαπημένες.

 Μέσα απ' τις ψηλές κεραίες
 τα χθόνια μηχανήματα
 μέσα από τα μαύρα νήματα
 της φυλακής του κόσμου
   
 χρυσά γέλια

 Τα κοιμισμένα φαντάσματα ξυπνούν
 παιδιά με μαγικούς φανούς
 γυρεύουν την έξοδο
 του κήπου με τις αυταπάτες.





 ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΦΩΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΟΛΟ

 Κάθομαι
 στη σιωπή μου.
 Πιο πέρα
 μια θάλασσα δίχως όρια
 με τα χρυσά τα κύματα
 αγρίμια υπνωτισμένα.

 Αστραποβολούν τα μάτια τ' ουρανού
 κι οι φωνές ήμερες στων πουλιών το μεσημέρι.

 Το απόλυτο βλεφαρίζει
 μέσα στο φως
 μέσα στο όλο.

 Εδώ ακόμη και το τίποτα
 κάνει για μαξιλάρι.





  ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ
  
  Βράχος και κενό
  αέναο νερό παρθένο
  που δίχως να κινείται πέφτει
  στην άβυσσο του χρόνου.

 'Ετσι ξεδιπλώνεται η ζωή του
  σαν μια γραμμή λευκότητας
  κατακόρυφη

  πάνω σ' αυτήν τη σελίδα
 
  δ  ι  α  λ  υ  μ  έ  ν  η



 




 ΤΙ ΑΠΟΜΕΝΕΙ

 Κάτω απ' τον ύπνο των σύννεφων
 τι ψίθυροι
 τι σιγανές φωνούλες.
    
 Aνάμεσα σε φύλλα βιαστικά
 και μελωδίες των πουλιών
 κατάπληκτος μες στα κουδουνίσματα τ' αγέρα
 σε καλαμιές και βράχους
 να'μαι σαν ένα μικρό φτερό
 που πάλλεται στο φως.
 

 Κι έπειτα
 τι απομένει απ' αυτές τις μικρές στιγμές ;
 Παρά δύο τρία φωτεινά χαμόγελα
 δυο τρεις αναστεναγμοί
 και μια ελάχιστη θλίψη
 να στροβιλίζονται σαν σκουπιδάκια
 που τα σκορπάει ο άνεμος.





 ΜΟΝΟ Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΠΕΙΡΟΥ

 Ο ήλιος ερχόταν από μέσα του
 ένα ανεξάντλητο φως
 λάμψεις διάχυτες στην καρδιά
 και στις φλέβες του κορμιού του.

'Ολα αναδύονταν
 κινούνταν
 και χάνονταν
 σ' ένα ρευστό κυμάτισμα του αέρα.

 Τέλος δεν έμεινε
 τίποτα απ' τον εαυτό του
 
 Μόνο η φωνή του απείρου.





 ΔΕΞΙΑ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΚΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

'Ενας πόνος εδώ
 στα δεξιά της μοίρας
 κι άλλος ένας
 στ' αριστερά του θανάτου.

'Ανθρωποι
 μαθητευόμενοι της θλίψης

 Πως πονάτε
 πως πονώ.

 Πόνος πέτρα
 στην καρδιά μου
 και στο σύμπαν.





 Ο ΤΡΟΧΟΣ
                                   
 Ο τροχός του κόσμου γυρίζει αδιάκοπα
 κι όλοι οι δρόμοι
 γύρω του τυλίγονται
 και ξετυλίγονται
 σαν των αστεριών τα νήματα.

 Νήματα μαύρα και λευκά
 νέα μα και παλιά
 σκονισμένα απ' του καιρού τις μηχανές.

'Ομως βιαστείτε
 να περάσετε
 κι ας ειν' ακόμα κι απ' το μάτι μιας βελόνας

 Γιατί ο τροχός πάντοτε θα γυρίζει
 μα δε θα υπάρχουν δρόμοι.





 ΑΟΡΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

 Δε μπορώ πια
 στην ορατότητα
 ούτε τον ίσκιο μου
 ακόμα.

'Εχω πετάξει τα κλειδιά
 και τις ζωές
 που μ' έφερναν
 στον κάτω ουρανό.

 Με ξεγέλαγαν.
    
 Φαίνεται
 τώρα
 πως μ' ανέθρεψε το άπειρο
 και μ' έκανε
 αόρατο στον κόσμο.





 ΚΑΒΑΛΑ ΣΤ΄ ΑΝΕΜΑΚΙ  Τ' ΟΥΡΑΝΟΥ

 Και να'τος
 καβάλα στ' ανεμάκι τ' ουρανού
 
 Ο Ποιητής

 Πανταχού παρών εξεγερμένος
"Φυγάς θεόθεν και αλήτης"
 Εκστατικός
 Κανένας

 Κοιτώντας πίσω απ' τον ώμο του
 είδε τα παιδιά
 τις όμορφες παρθένες
 τους χαμογέλασε
 και πίστεψαν
 στα χιονισμένα ρόδα
 στην άδολη αγάπη
 στη διαμαντένια σιωπή
 και στ' όνειρο που θα'ρθει.

 


 


 ΣΤΗΝ ΣΚΟΝΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

 Η μέρα πλημμύρισε απ' το κενό μου
 το σύμπαν σταμάτησε να βρέχει χρόνο.

 Στην σκόνη του κόσμου
 χάθηκαν κι όλας τα βήματά μου.

 Μη με ρωτάς
 που διαβαίνω τις στιγμές.





 ΤΙΠΟΤΑ ΔΕN ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ

 Το φως εναλλάσσεται με φως
 κι η νύχτα με τη νύχτα
 τα πάντα φεύγουν για παντού
 μα πίσω γυρίζουν πάλι    
                                                          
 κι έτσι πηγαίνεις απ' το κέντρο του παντός
 στου μηδενός το κέντρο
 σαν να πηγαίνεις στην πηγή
 που υπάρχει και δεν υπάρχει
 κι όμως πάντα ξεδιψάς
 πάντοτε  φεύγεις
 μα πάντα το νερό της πίνεις.
 




           


 ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΚΟΜΑ ΑΝΘΑΚΙΑ Τ' ΟΥΡΑΝΟΥ

'Αγριο φως της μέρας
 και σεις ανθάκια τ' ουρανού

 κόκκινα
 κίτρινα
 λευκά

 πως φυτρώσατε
 στην πέτρα

 Και μες στα μάτια μας
 αθωώνετε
 τον Κόσμο.





 Η ΣΙΩΠΗ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ

 Βρέχει σιωπή στα μάτια σου
 κι είναι γαλάζιος ο ύπνος σου στα χείλη.
 Πάνω στα βλέφαρα η φωτιά.

 Η σιωπή είναι τα μάτια σου ;
 Τα μάτια σου είναι η σιωπή ;

 Η σιωπή τα μάτια σου
 είναι σιωπή του κόσμου.





 ΟΤΑΝ ΑΜΙΛΗΤΗ Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΤΑΘΗΚΕ

'Οταν αμίλητη η ζωή μου στάθηκε
 μπροστά στα εύθραστα μάτια του φωτός
 το τελευταίο πράγμα που είδα ήταν ο εαυτός μου
 γυμνωμένος
 μέσα σε γυμνωμένα πράγματα
 και διάφανος
 γεμάτος δροσερούς θησαυρούς σιωπής.





 ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ

΄Ολοι εσείς
 που με τ' αργύρια της μαύρης παρουσίας σας
 μας κρατάτε

 Κι εμείς
 παιδιά
 καλής ρίζας ανθοί
 που μακριά θέλουμε να πετάμε

 Αφήστε μας
 τους καημένους και μοναχικούς
 στ' ουρανού
 το σπίτι μας
 να πάμε.





 ΡΕΥΣΤΟΣ ΚΥΛΑΩ ΚΑΙ ΦΕΥΓΩ

 Μετά το τέλος της γαλάζιας ώρας
 είμαι καλά εδώ
 ξαπλωμένος σαν από πάντα.

 Αλλά δε φοβάμαι
 γιατί τώρα ξέρω.
 Είμαστε αέρας μες στον αέρα
 φωτιά μες στη φωτιά.

 Μόνο π' ακούω τις φωνές
 που έρχονται απ' το ποτάμι τ' ουρανού
 και κλαίω.

 Σηκώνομαι
 αφήνοντας όλα τα φώτα της ψυχής
 αναμμένα
 και σαν ζεστό δάκρυ διαμαντιού
 ρευστός κυλάω και φεύγω
 κι από παντού στο άπειρο ρέω.





 ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΚΟΠΗΚΕ ΣΤΑ ΔΥΟ
           
 Νύχτα των κρίνων, των στεναγμών
 νύχτα που σείονται  τα φύλλα των ψυχών
 νύχτα που κόπηκε στα δυο
 στ' ασημένιο τάσι που κρατώ.

'Εχει τα δάκρυα του Χριστού
 έχει το φως τ'  ουρανού
 τ'άστρα και τη βροχή
 τη μοναξιά μου την πικρή.

 Νύχτα της θλίψης και της οργής
 της μαύρης Σιδερένιας Φυλακής
 νύχτα που κόπηκες στα δυο
 στ' ασημένιο τάσι που κρατώ.





ΠΡΙΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ ΓΙΝΟΥΝΕ ΠΕΤΡΕΣ

Πριν τα μάτια μου γίνουνε πέτρες
τώρα που το φως είναι θαμμένο
κάτω απ' αλυσίδες και θορύβους
κι οι ώρες πεθαίνουνε στη γέννα.

Αφήστε με
εσείς λέξεις με τα μαύρα κέρατα
να πάω στα άλση της καρδιάς μου

Με άλματα ολόχρυσα. 





ΚΟΡΙΤΣΙ ΛΙΓΝΟ

Κορίτσι λιγνό
που' σαι στο παραθύρι 
                                                                                    
Πήραν φωτιά τα μάτια σου
και φύτρωσαν στο στόμα σου
τα τριαντάφυλλα.




 Μ' ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΛΙΓΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

 Κλείνεις τα μάτια μέσα σου
 και γυμνός σα νήπιο στέκεις
 μπροστά στο φως.

 Ο ήλιος μια φλόγα
 σκορπίζεται πάνω σου χίλια κομμάτια
 αδειάζει ο χρόνος τις στιγμές
 διάφανη τώρα η ώρα.
 Κανένας δεν υπάρχει εδώ
 μόνον εσύ κι οι βράχοι.

 Το μεσημέρι φώλιασε στο στήθος σου
 σηκώθηκες απ' τον κόσμο πιο ψηλά.

 Καιρός για να χαράξεις το ποίημα
 σ' αυτόν το βράχο
 μ' αυτές τις λίγες λέξεις.




 


 ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ
       στον Παντελή Γιαννουλάκη

 Αφέσου να σε πάρει
 μαζί του το ταξίδι

 Εκεί που ο κίνδυνος είναι ασφαλέστερος
 απ' τη σιγουριά
 κι οι δρόμοι διαφορετικοί
 απ' ότι έχεις φανταστεί
 που δε φτάνει κανείς εκεί που νομίζει
 πως βρίσκεται.

 Κι ύστερα
 μετά το ταξίδι
 όλα θα εισχωρούν βαθύτερα μέσα σου
 χωρίς να σταματούν στη θέση που άλλοτε

 Πάντα ήταν το τέλος.



 


 ΓΑΛΗΝΗ

 Γαλήνη βαθιά
 πλασμένη από φως γαλήνη.
'Ολες οι στιγμές σε πλάθουν
 το αίμα σου χοροπηδάει στην άνοιξη
 ένα σου φιλί ηρεμεί το όνειρο.

 Σε κάθε πέτρα που πατάς προβάλλει η χαραυγή
 σε κάθε ώρα ανοίγει η πόρτα τ' ουρανού
 κι ένας νέος ήλιος μπερδεύεται στα πόδια σου.
 Ενώ δίνεις την καρδιά σου
 τα λουλούδια κλαίνε και γελούν.

 Είσαι σαν τη θάλασσα που λικνίζει τ' άστρα.
 Γαλήνη και δροσιά στην καρδιά του σύννεφου
 σκιά στην άκρη ενός χαλικιού.

 Σιωπή μου ηχηρή και ηχώ μου μυστική
 Ρόδο της φωτιάς
 κι ανθός της νύχτας.

 Σε κοιτώ κι όλα είναι γυμνά
 καθώς απ' το φως ξεκινάς
 και προς το φως πηγαίνεις.





 ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΦΩΣ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΟΝΕΙΡΟ

 Εδώ χτίσαμε το σπίτι μας
 εδώ χτίσαμε τη φωτιά.

'Ανοιξε το παράθυρο: η ζωή στα κόκκινα
 το πρωινό στις φλόγες.
    
'Ενα γαλάζιο δέντρο σε περιμένει
 στη νέα μέρα
 ανοίγει τα κλαδιά του στην πυρκαγιά   
 σαν ένα παγώνι
 π' ανοίγει την ουρά του στον ήλιο
 και καρφώνει την κραυγή του
 στο στήθος σου
      
 Μήπως και ξυπνήσεις
 σ' αυτό το θαύμα

 για λίγο περισσότερο φως                                               
 για λίγο όνειρο

 Κι ας είναι μακριά ο ουρανός.





 Ν' ΑΝΑΨΕΙΣ ΚΕΡΑΚΙ Τ' ΟΥΡΑΝΟΥ

 Θα βάλεις χίλιες φωτιές στη νύχτα
 και θα νηστέψεις χίλια χρόνια τον ψεύτη το ντουνιά
 θε να ξεφύγεις
 τους ήλιους με τις σιδεριές , τα χάρτινα φεγγάρια
 θα φέγγει μονάχα ο χρόνος σου από φως
 και θα πέσει απ΄ το χέρι σου
 της πίκρας το μαντήλι
 οι άνθρωποι θα σταθούν
 και δίπλα σου θα κλάψουν.

 Θα διώξεις
 τους ίσκιους της ψυχής σου
 κι απάνω στο λευκό σου όνειρο
 θα πας στη μαύρη γωνιά της γης
 ν' ανάψεις κεράκι τ' ουρανού
 να φωτιστεί ο Κόσμος.



 


 Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΑΝΗΣΥΧΕΙ ΜΕΣ' ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ
                 
'Ολα είναι φως
 μεσ' στο κέντρο
 των Κόσμων του Εαυτού σου.

 Κι ο άνθρωπος δεν ανησυχεί
 μεσ' στο κέντρο του
 σαν τον ατέλειωτο ουρανό
 σαν το ατέλειωτο κενό       
 μη μετρήσιμος
 στο αιθέριο δώμα
 καθαρά διάφανος.
            
'Ετσι ν' αποσύρεσαι για τα πάντα
 αφού δεν είναι θάνατος
 μιας κι εκεί βρίσκεσαι
 στους αστρικούς αγρούς
 και δια πάντα.
   




 
 

 ΕΤΟΙΜΟΙ ΝΑ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΗΛΙO


 Θεέ μου φύλαξέ με
 απ' το χρόνο
 απ' τον σκοτεινό χρόνο.

 Καθώς παιδικές φωνές και γέλια
 τώρα πυκνώνουν στον αέρα
 είμαστε έτοιμοι

 να μετακομίσουμε στον ήλιο.




 


 ΕΙΝΑΙ  ΕΙΜΑΙ

 Είναι
         Είμαι
 

 πάχνη στη βατομουριά
 και φωτιά στη λαγκαδιά.
 




 


 ΚΛΕΙΔΩΜΕΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ

 Εκεί που όλοι στάθηκαν
 δεν στάθηκε
 Εκεί που όλοι πήγαν
 δεν πήγε.

 Ούτε έμεινε
 ούτε έφυγε
 ούτε θα ξαναρχόταν

 Σ' αυτόν τον κλειδωμένο ουρανό
 σ' αυτό το φως της απώλειας.

 



 


 ΜΕΤΕΩΡΑ  ΙΙ

 Σ' αυτόν το βράχο
 της Ανάστασης κήπος
 που ριζώνει έναστρη η καρδιά
 περιμένοντας με του κεριού το φως
 για την επιβεβαίωση

 της αποκεκαλυμμένης ελπίδας

 Βλέπω Χριστού λευκότητες
 και Παναγιά γαλαζιανή ν΄ ανεμίζει
 στα μανουάλια και τον τρούλο
 τ' ουρανού
 και στου Αγίου Ανέμου τις αγάπες.
      


 


 Σ΄ΕΝΑ ΝΕΟ ΟΥΡΑΝΟ

 Πόσο ακόμα
 στον δρόμο
 πόσες φορές τη νύχτα
 θα κόβουμε στα δύο

 προσπερνώντας
 βλέμματα ακατανόητα
 μάτια φυλακισμένα

 τρέχοντας πιο γρήγορα
 πιο γρήγορα
 κι απ' τα βήματά μας

 να φτάσουμε σ' ένα νέο ουρανό
 που δεν άρχισε ποτέ
 και που δεν θα τελειώσει
      
 με χρώματα και μουσικές
 που θαν' όλος
 δικός μας.            



 


 ΣΤΗΝ ΕΚΣΤΑΣΗ Τ' ΟΝΕΙΡΟΥ
             
 Η μέρα ολοένα και λιγοστεύει
 η νύχτα έρχεται όλο και πιο κοντά.
 Από τον ύπνο των βουνών
 ανεβαίνει το χρυσαφένιο μουρμουρητό
 ενός περαστικού φωτός.            
 Στην ώρα του απόβραδου
 ο ουρανός
 ολοένα και πιο μεγάλος
 λάμπει σκορπισμένος.
 Σαστίζεις στην έκσταση τ' ονείρου.



 


 ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ


 Πολύ πιο πριν απ' την επανάσταση των λουλουδιών
 πριν ένα πουλί πεθάνει στα πόδια ενός κρίνου
 κι αρραβωνιαστεί το χιόνι με το γιασεμί

 Πριν ενταφιαστεί σ' ένα βιβλίο η μαργαρίτα
 και δεν υπήρχε ένα λουλούδι
 να γείρει το κεφάλι του
 στον ώμο ενός αηδονιού

 Κοιτάζοντάς με μέσα στο μηδέν
 επινόησες την πρώτη σου λέξη                      

 αγάπη

 Και τότε μέσα απ' τα μάτια μου
 βγήκε το πρώτο τριαντάφυλλο.
  


 


 ΔΑΝΕΙΣΤΗΚΕ ΕΝΑ ΜΑΥΡΟ ΑΛΟΓΟ ΑΠ' ΤΟΝ ΑΝΕΜΟ

 Δίπλα στο φράχτη του σπιτιού του
 μεγαλώνει μαζί του ένα γέρικο δέντρο
 μ' όλα τα κόκκινα στολίδια του φθαρμένα.

 Τα μαλλιά του άσπρισαν στον χρόνο.
 Δανείστηκε ένα μαύρο άλογο απ' τον άνεμο
 και κάλπασε καβαλάρης μες στα σύννεφα
 για το μεγάλο πέρασμα.

'Ομως προτού ν' ανοίξουν διάπλατα
 οι πύλες τ' ουρανού
 τον βρήκαν τ' άγρια σκυλιά.

   

 
 

 ΜΕΘΑΩ ΤΩΡΑ ΑΠΟ ΣΥΜΠΑΝ

'Ολα τα σπαταλημένα πράγματα
 της ζωής μου
 ζητούν γαλήνη.

'Ολο το μάταιο φως που ξόδεψα
 ακόμα λίγο και θ' ακινητήσει
 μεσ' στη σιωπή.

 Θα προχωρήσω τώρα
 χωρίς ν' αφήσω ίχνη
 χωρίς θλίψη θα γλιστρήσω
 στην αγκαλιά των άστρων.

 Μεθάω τώρα από σύμπαν.



 


 ΑΠ' ΤΟ ΠΡΩ'Ι' Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΝΑΠΟΔΟΓΥΡΙΖΕΙ

                                                                      Στον  Μίλτο  Σαχτούρη

 Απ' το πρωί
 ο ουρανός αναποδογυρίζει

'Αλλοι ξεκαρφώνουν τ' άστρα
 άλλοι γκρεμίζουν τον σιδερένιο  σκελετό
 άλλοι χαλάνε το φεγγάρι

 Μόνο ένα παιδί-σκυλί
 κρύβει στο στήθος του
 τον ήλιο.  



 


 Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΙ Η ΠΕΤΡΑ


 Ο Ποιητής
 κρύφτηκε στο φως.

 Το φως στον ουρανό.
               
 Ο ουρανός
 κρύφτηκε στον ήλιο.

 Ο ήλιος
 στο δέντρο.

 Το δέντρο
 κρύφτηκε στο σπίτι.

 Το σπίτι
 στην πέτρα.

 Κι η πέτρα
 στην παλάμη μου.
  


 


 ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΩ ΘΕΛΩ

 Να κοιμηθώ θέλω
 πιο ξάστερος
 πιο καθαρός.
 Να ξεχαστώ
 να γίνω ήσυχο νερό
 βουνό που στάζει δάκρυ.
         
 Να κοιμηθώ θέλω
 ν' αγγίξω μέσα από κύματα φωτός
 και πάχνες
 το δέντρο τ' ουρανού.    



 


 ΣΤ' ΟΥΡΑΝΟΥ ΤΟ ΠΟΛΥΦΥΛΛΟ ΔΕΝΤΡΟ

 Άσπρα φτερά του ήλιου
 στροβίλισμα χρυσού φωτός
 της μέρας που χαράζει.

 Ξαφνικά
 από μια αδιόρατη
 της μνήμης σχισμή
 ορμώ στ'  ουρανού
 το πολύφυλλο δέντρο.



 


 ΑΚΙΝΗΣΙΑ 

'Ηχος νερού
 πάνω στο νερό
 σκιά φύλλου
 πάνω σε φύλλο.

 Σσστ!

 Αν κάνεις θόρυβο
 ο χρόνος
 θα ξαναρχίσει.



 


 ΣΑΝ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
                                                   
 Να' χεις τα μάτια σου ανοιχτά
 στ' ονείρου το κεχριμπαρένιο φως
 ν' αργοκινείσαι
 και να ξυπνάς
 μες στων πουλιών τον ύπνο.

 Σαν χαμογελάς
 το νερό να λουλουδίζει
 και να γεμίζει ο ουρανός
 με φυλλωσιές και άνθη.

 Να' σαι η πρώτη άνοιξη
 το τελευταίο χιόνι
 η τελευταία μάχη
 ενάντια στο θάνατο.

 Κοντά στα παιδιά
 και τους τρελούς
 πάντα με τραγούδια
 και με άνεμο

 να' σαι ο πόθος της ζωής
 που βρήκε πια ένα σώμα
 να ταξιδέψει μες στο φως
 και μέσα στους ανθρώπους.



      


 ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΧΡΟΝΟΣ

 Οι άνθρωποι είναι χρόνος.
 Ο χρόνος γίνεται πέτρα
 πέφτει πάνω στη μέρα
 και την κάνει χίλια κομμάτια.

 Τώρα ο ουρανός περπατάει στη γη
 δεν υπάρχουν αστέρια
 όμως λάμπουν τα μάτια.



 


 Ο ΚΑΝΕΝΑΣ

 Θα συνεχίσω ν' αντιστέκομαι στο θάνατο
 Πολεμιστής πάντα
 Με χίλια πρόσωπα και χίλια ονόματα
 Είμαι ο κανένας και είμαι ο καθένας
 Εγώ εσύ και όλοι
 Είμαι εδώ μπροστά και εκεί έξω μέσα
 Μένοντας παντού δεν μένω πουθενά
 Παραμένοντας απών
 Παραμένω παρών
 Τώρα
 Ποτέ
 Πάντα.



 


 ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ

 Πηγαίνω άδειος
 προς την άκρη του κήπου.

 Θέλω να φύγω από δω.

'Ομως ξέρω
 πως θά'ρχομαι συχνά
 στις τέσσερις γωνιές του εαυτού μου χαμένος
 μες στον αγρό του κόσμου
 και του χρόνου
 για να συνάξω τη γη
 
 όπου άνθισα.  



 


   Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ ΣΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΜΟΥ

  Στο όνειρό μου
  μου είπε ο Νίκος Καρούζος :
-'Ελα να πάμε στο Μηδέν
  κάτω απ' τα γαλαξιακά μου σανσκριτικά
  είναι ο ουρανός που δεν ξέρουμε.



  


 ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ

 Οι νύχτες περνούν από πάνω μου
 οι νύχτες δεν σταματούν να περνούν
 ούτε ο άνεμος δεν τραγουδά
 ούτε ένα φύλλο δεν κινείται.
 Που είναι ο εαυτός μου;
 Που είναι η φωνή μου, τα δέντρα, τα νερά;
 Το αύριο είναι ένα τίποτα.
 Είμαι ένα όνειρο
 πάνω σ' ένα παλιό όνειρο
 φευγαλέο κομμάτι του κόσμου.

 Στο τέλος
 ένας καθρέφτης αντανακλά
 το άγνωστό μου πρόσωπο το μόνο.



 


 ΔΙΑΦΑΝΟΣ ΟΠΩΣ ΤΟ ΦΩΣ

 Ντυμένος με την επιθυμία του ήλιου
 μπαίνεις στο κορμί της μέρας
 διάφανος όπως το φως.
 Βαδίζεις μες στους ήχους τ' ουρανού
 μαζεύεις τα κομμάτια σου
 ένα ένα
 και μ' ανοιχτά τα μάτια προχωρείς
 στη φλόγα του μεσημεριού.

'Ενας κατοπτρισμός σε σβήνει
 γεννιέσαι σ' έναν άλλο.

 Είσαι του δέντρου και του σύννεφου η υπομονή
 ρωγμή φωτιάς πάνω στο βράχο
 λουλούδι αναστάσιμο.

'Ολος ο κόσμος είσαι
 σε μια μόνο στιγμή.



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου