Ποιήματα IV



 ΚΟΣΜΟΣ ΠΑΡΑΚΟΣΜΟΣ


'Ενας κόσμος
 παράκοσμος

 δίχως δρόμο
 σαν χίλια σάπια τραγούδια
 που τρυπούν την καρδιά
 και τη ματώνουν.






ΕΞΑΙΣΙΑ ΛΥΠΗΜΕΝΟΣ

'Ηρθε η μέρα
 με ξύλινα βήματα
 στο γαλάζιο της θλίψης
 στην άυπνη ιερή χορδή της αυγής.
 Ο χρόνος μας εξαντλεί
 έτσι περνάει ο καιρός μας
 πάνω στη γη
 στην αιώνια σιωπή του άπειρου διαστήματος
 απρόβλεπτος
 με απρόβλεπτους τρόπους
 στις σιγανές φωνές των αριθμών
 αντικρίζοντας τις άλγεβρες
 του εξαίσιου κενού
 για που
 για ποιον
 αυτόν

 που αρνιέται να ταιριάξει με τις εποχές
 για να χωρέσει στην ημέρα
 ν' αντέξει στον ουρανό
 στο φως του πόνου
 να βρει διέξοδο
 απ' τους θεούς
 και τους ανθρώπους
 πάντα λυπημένος
 μα πάντα ξέροντας το γιατί.
 






Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΙ Ο ΒΡΑΧΟΣ
 
Η μέρα γλιστρά μες απ' τα χέρια μας.
Δε ζούμε στο κέντρο ενός διαμαντένιου ήλιου
ούτε έχουμε την ευγλωττία του φωτός.

Ας αναβάλλουμε την ανατομία του καλοκαιριού.
Ας δούμε τα πράγματα όπως είναι
και τίποτ' άλλο.

Ο χρόνος πάντα στον βράχο μας καρφώνει.
   
Ο χρόνος κι ο βράχος είμαστε ένα.






 ΦΩΣ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΣΗ


 Πως ν' ανεβώ στους ουρανούς
 με τα σπασμένα μου φτερά
 έτσι κλεισμένος
 μέσα στα βουνά
 κλεισμένος μες στην θάλασσα ;

 Θα δέσω μ' ένα μακρύ σχοινί τον ουρανό
 να γύρει το φεγγάρι στα χέρια μου
 να ξαναζωντανέψει ο ανθισμένος άνεμος
 και να λυθεί το χαλινάρι του ήλιου

 μήπως το φως του με λυπηθεί
 και με λυτρώσει.






ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΧΙΛΙΑ ΠΡΑΣΙΝΑ ΒΛΕΦΑΡΑ                                                                               


Ανάμεσα στα χόρτα οι δροσοστάλες.
Πως κοιμούνται ήσυχα                                                    
κάτω από χίλια πράσινα βλέφαρα.


 



 ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΝΟ ΣΤΙΓΜΗ

 Στην νύχτα που σκιρτά
 η παλιά μας εκκλησία μιλά μόνη της.
'Ολα τα αστέρια άνοιξαν
 σαν λουλούδια

 κι ο ουρανός
 επιστρέφει στον κήπο μας.





 ΜΟΝΟ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΔΥΟ

 Οι άνθρωποι είναι πέτρες
 σηκώνονται και βουλιάζουν.
 Ο χρόνος είναι από πέτρα
 πέφτει και χάνεται.
 Σ'αυτόν τον άδειο ουρανό
 δεν υπάρχει τίποτα πια
 παρά η λάμψη των ματιών σου.
 Σε βρήκα γυμνή
 και σε σκεπάζω.
 Εσύ μπαίνεις στη νύχτα
 εγώ βγαίνω απ' το σώμα σου.
 Μόνο εμείς οι δύο
 κι ο κόσμος αλλάζει
 η σκέψη μας γίνεται σάρκα
 γίνεται πουλί
 που φλέγεται
 χωρίς να καίγεται
 και έπειτα φτεροκοπά
 γύρω απ' τη μεγάλη πέτρα των ανθρώπων.




 ΤΟ ΑΠΕΙΡΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΠΟΤΕ ΚΡΑΤΗΣΑΜΕ

 Πέφτοντας μέσα στον χρόνο
 κοντά στον κόσμο που κοιμάται
 κάτω απ' την αιωνιότητα του κενού
 στην αιωνιότητα του άδειου
 κλείνω τα μάτια
 ακινητοποιώντας τις ώρες
 παύοντας να ρωτώ τον ουρανό
"η αλήθεια του κόσμου βρίσκεται στον κόσμο"
 και τα πάντα στηρίζονται στο τίποτα
 άσε το τίποτα ν' ανθίσει
 με μάτια κλειστά όλα είναι ορατά
 πάρε τον γαλάζιο ουρανό απ' την καρδιά σου
 κι έλα πιο κοντά και άκου
 το άπειρο φως που κάποτε
 κρατήσαμε για λίγο
 μπορεί να χωρέσει και πάλι
 στη νέα σου μέρα. 






 Η ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΝΟ

 Οι άνθρωποι από μακριά γίνανε σύννεφα
 τα βήματά μου αντηχούν σ' αυτόν τον ουρανό.
 Ξετυλίγω έναν-έναν
 τους επιδέσμους της νύχτας.
 Η μόνη αλήθεια εδώ
 είναι η πέτρα πάνω στην πέτρα
 πέτρες πάνω στον αέρα
 ένα φεγγάρι που τραγουδεί
 το απόλυτο που βλεφαρίζει
 κι η φωτιά της ψυχής μου
 που καίει
 το κενό αυτού του κόσμου.




 

 ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ ΕΤΣΙ

 Αφήστε με έτσι
 σ' αυτή την καινούργια μέρα
 στην πρώτη κραυγή τ' ουρανού
 για ν' αγγίξω
 το χέρι του ήλιου
 να σκύψει πάνω μου
 και να γύρω λαμπερός
 όπως αυτά τα βαθυκόκκινα ρόδα
 που φύτρωσαν
 στον κήπο του φωτός.






 ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙ

 Ο άνεμος
 και το στερνό πουλί
 χτυπούν το παραθύρι μου

 κι εγώ
 ένας άνθρωπος μονάχος
 μες στον γαλάζιο κόσμο
 κοιτώ το πρώτο μου φεγγάρι.






 ΘΑ ΦΥΓΩ ΣΙΩΠΗΛΑ

 Γελώ σ' αυτή τη γη
 γαλάζιος ειν' ο ίσκιος μου
 το τίποτα στα μάτια μου
 πίσω μου το κενό.
 Θα φύγω σιωπηλά
 σαν κρυσταλλένιος άνεμος
 που γεννιέται και πεθαίνει
 την ώρα που λάμπουν τα νερά
 κι η θάλασσα αλλάζει χρώμα.
 Μετά θ' απλωθώ ξαφνικά
 σαν σύννεφο ταξιδιάρικο
 σ' αυτό το φως που αγαπώ
 και που στο άπειρο με στέλνει.






 ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ
       
 Είχε έρθει
 με τα πόδια σχισμένα από τ' άστρα
 τυλιγμένος με τα κουρέλια του φωτός.

 Είχε έρθει
 σαν λευκή φωτιά
 που ζεσταίνει τα πάντα.

 Είχε έρθει
 μεταμορφωμένος σε ουρανό
 να φυτέψει στα μάτια μας τον ήλιο.





 Η ΠΕΤΡΑ ΕΙΝ' Ο ΔΡΟΜΟΣ                                                                                 

 Εμπιστεύομαι την πέτρα
 ψάχνω τις ρωγμές της
 την τρυπώ με την βελόνα
 των ματιών μου
 της περνώ μια κόκκινη κλωστή
 που κρέμονται  ο ήλιος και τα όνειρα.

 Η πέτρα πέφτει
 στον ουρανό και στα κύματα
 φωτίζει τις ερημιές
 τις νύχτες.
 Γλιστρά στίς τροχιές των άστρων
 και των εποχών
 οδηγεί αυτόν που δε ξέρει να περπατήσει.
 Είναι ο άρτος που επιστρέφει στον σπόρο του.

 Η πέτρα
 ειν' ένα πουλί
 που φλέγεται
 στα χέρια του ποιητή.





 ΠΕΤΡΑ ΚΑΙ ΗΛΙΟΣ    
                                                                         
 Πέτρα και ήλιος                                                                          
 ένας ήλιος
 ακίνητος στην άβυσσο.

 Στοιβάζω το χρόνο
 σε μια στιγμή.

 Ας με καρφώσουν
 ας με σκεπάσουν
 με φως
 να κοιμηθώ.



   



 ΔΙΑΦΑΝΟΣ

 Το πρώτο φως πετάει
 σαν πρω'ι'νό μελίσσι.

 Πριν οι στιγμές σου
 πέσουν σε λάθος χρόνο

 Τώρα που η αυγή κι ο ήλιος
 βάζουν φωτιά στον ουρανό 

 Προχωρείς
 με βήματα μεγάλα 

 διάφανος
                                  
 γαλάζιος

 Κι η μέρα σου λιγοθυμάει
 απ' το φως.
 


    
        

 ΜΟΝΟΣ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ

 Μόνος
 στη νύχτα
 μ' ένα στάχυ για προσκέφαλο
 κι ένα αστέρι να κοιμηθώ.




 ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ' ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ

'Εφυγες
 κι άφησες
 μια παύση στο τίποτα.
'Ετρεξες μακριά
 απ΄ τον ατέρμονο κύκλο του χρόνου
 μακριά απ΄ τον εαυτό σου
 απ' την ίδια σου τη φωνή
 εσύ ο πρωτότοκος
 της κίνησης
 πρoτού βλαστήσουν
 τα δάκρυά σου
 κι ονειρευτείς το χιόνι στο κορμί σου
 και την αδιάκοπη θλίψη σου
 που ολοένα αναχωρεί.




 ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ Τ' ΟΥΡΑΝΟΥ

 Γυμνοί
 στην πόρτα τ' ουρανού

 μια προσευχή
 ένα δεντρί

 και τίποτ' άλλο.




                                   

 ΚΟΙΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ

 Κοιτώντας τον ουρανό
 ξανά
 και ξανά

 όλο έρχομαι
 εδώ έξω
 εδώ μέσα
 όλο και προχωρώ
 μες στο κενό
 μέσα
 στο όλο.



   
 ΑΥΓΗ

'Οταν θα μιλήσουμε με τη φωνή των πουλιών
 θάχουμε ξεχάσει ακόμα και τ'όνομά μας.
 Ο κόσμος θα έχει γίνει πιο ελαφρύς
 και δε θα υπάρχουν πια εμπόδια.

 Θάχουμε  απαλλαγεί από κάθε φόβο
 κι ο θάνατος δεν θα είναι για μας
 παρά μια άλλη διαφάνεια.

 Θα φύγουμε.

 Το σώμα μας έγινε κιόλας λιγότερο πραγματικό
 κι απλώνει ρίζες στ'άπειρο του φωτός.

 Τώρα ο κόσμος ξεγυμνώνεται
 κι οι φωνές μας ανάβουνε φωτιές.
 Πλησιάζεις το φως και φλέγεσαι.

 Ας ανέβει λοιπόν
 κι ας αστράψει η καινούργια αυγή.






 ΠΕΡΑΣΕΣ ΤΗ ΖΩΗ ΣOY

 Πέρασες τη ζωή σου
 με συλλαβές του ζωδιακού
 με όνειρα
 και με μαντείες
 για ν΄ ανακαλύψεις
 εκ νέου τον κόσμο

 και βρέθηκες αιχμάλωτος
 να μετράς τα κύματα του χρόνου
 και τις σιωπές
 της χαμένης νιότης σου.



                            
 ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ Ο ΔΡΟΜΟΣ

 Καθώς ο ήλιος ανοίγει τους ανθούς του
 κι η νέα αυγή διώχνει τη σκόνη
 απ' τα μαλλιά του Κόσμου
 τα βήματά μου δεν είναι πια ο δρόμος
 αφού διαβάζω τη γη στις δυο μου παλάμες
 κι έχω ενδυθεί το πρόσωπο τ' απείρου

 Δεν είμαι πια έρμαιο του λευκού
 και του μαύρου φωτός

 αλλά ο περιπλανητής του λόγου της φωτιάς. 
 

                              

 ΓΥΡΩ ΜΟΥ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ

 Γύρω μου
 τα μεγάλα άνθη του φωτός.
 O ήλιος
 μιλάει
 στην καρδιά μου.

 Είναι μεσημέρι.
 Η ώρα γεμάτη με φύλλα σιωπηλά
 λυγίζει.

 Μ' αυτές τις λιγοστές
 δυνάμεις που  μου μένουν
 κατευθύνομαι προς τις ρίζες μου
 όπου η σιωπή με ξαναπάει.



 ΣΥΛΛΑΒΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ

 Πλήρης ήχων και χρωμάτων
 τώρα που η χρυσή μέρα
 βασίλεψε στη σιωπή

 Κολυμπώ στις μέσα λίμνες
 του μυαλού μου
 συλλαβίζοντας τα σύννεφα του ύπνου
 ενώ ο αμνήμων ήλιος

 ο εξόριστος

 πάντοτε ράθυμος και παράφωνος
 κομμάτιαζε το τραγούδι του
 πάνω στο σώμα του ονείρου μου
 μες στη μισόσβηστη χόβολη του απόβραδου.
   

  
                                                                                                                       

 ΠΑΛΙ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙΣ

 Βήματα φωτός
 πάνω στο δρόμο.

 Η ώρα είναι γυμνή
 σαν πέτρα.

 Το φως κι η σκιά
 συμμετρικά
 στέκουν απέναντί σου.

 Η νύχτα
 ετοιμάζεται
 ν' αποκριθεί στο βλέμμα σου.

 Πάλι στον εαυτό σου
 επιστρέφεις.





 ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΜΙΑΣ ΠΕΤΡΙΝΗΣ ΜΕΡΑΣ

 'Ισκιος και φως
 καίει ο αγέρας τα μάτια μου
 φωνές της πόλης
 ρέουν και χάνονται
 το παρόν είναι άπιαστο
 το κενό κοχλάζει
 περπατώ δίχως να προχωρώ

 είμαι ζωντανός
 στο κέντρο μιας πέτρινης μέρας.



 ΕΧΤΙΣΕ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ

'Εχτισε το σπίτι του
 έφτιαξε τον κήπο του
 το φράχτη του
 τον ουρανό του.

'Επειτα τύλιξε το σπίτι
 μέσα στον κήπο του
 το φράχτη
 στον ουρανό του

 κι όλα μαζί σ' ένα μαντήλι.

'Υστερα βγήκε μόνος
 φωτεινός
 μες στην ατέλειωτη νύχτα
 του κόσμου.



 ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΤΙΠΟΤΑ

 Δεν περιμένεις τίποτα
 μόνο τις λέξεις
 που θ' αναβλύσουν απ' την καρδιά σου.

 Μα άγριες μέρες
 σε προλαβαίνουν
 σκορπάνε λόγια και πουλιά
 και τρέμεις σαν ανθός
 τις νύχτες.




Η ΣΙΩΠΗ ΜΟΥ

Η σιωπή μου
είναι ένα μπαστούνι
που ανθίζει. 



 ΠΩΣ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ

 Πως να μιλήσω
 για την αγάπη

 όταν κουδουνίζουν πράσινα γαρίφαλα
 στ' αυτιά μου

 κι είναι το στόμα μου
 γεμάτο τριαντάφυλλα;...




 ΚΑΘΩΣ ΠΕΡΝΑΕΙ Ο ΚΑΙΡΟΣ
           
 Τότε ο ήλιος σε κατοικούσε
 και ξεδιψούσες μόνο με διάφανο ουρανό.
 Τότε καλλιεργούσες αποκλειστικά αιωνιότητα
 και τα λουλούδια φύτρωναν
 στα παιδικά σου μάτια.
 Τώρα είσαι σαν το δεντράκι στο βοριά
 που τρέμει απ' το κρύο.
  



 

 ΤΩΡΑ Ο ΚΗΠΟΣ ΜΑΣ

 Τώρα
                                       
 Ο κήπος μας
 δεν ξέρει τίποτα για την αρρώστια.

 Μια κραυγή ανθρώπινη
 διαπερνά το όνειρο.

 Εν' άγριο χέρι
 μας κόβει σαν τριαντάφυλλα.

 Είμαστε μαγεμένοι
                           
 γητεμένοι
                                 
 μοναχοί.  
    


                        



 ΓΙΑ ΝΑ ΚΡΑΤΩ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΟΛΟΚΛΗΡΑ

 Στον κόσμο είμαι
 η απουσία του κόσμου.

 Στην πράξη είμαι
 η απουσία της πράξης.

 Αυτό συμβαίνει πάντα.

'Οπου κι αν είμαι
 είμαι αυτό που λείπει

 έτσι

 για να κρατώ τα πράγματα ολόκληρα.





 ΠΩΣ ΝΑ ΜΟΥ ΔΩΣΩ ΠΑΛΙ ΣΧΗΜΑ ΚΑΙ ΦΩΝΗ

 Ναι ο κόσμος μαραίνεται
 κι έχασα τη φωτιά μου.

 Ειν' ο ποιητής η φωνή που έρχεται                              
 ή τα βήματά μου που ξεμακραίνουν;

 Είμαι σκιά και φως
 ή το ποίημα που χάθηκε στο καλοκαίρι;...






 ΑΙΩΝΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ

 Είμαι καλά
 σ' αυτή την σιωπηλή αυγή
 Με κάνει και γελάω
 αυτός ο κεχριμπαρένιος ήλιος
 που γαργαλάει το σώμα μου.

'Ετσι γαλήνιος να μένω
 αιώνια μέσα στο χρόνο
 ν' αδράχνω τις στιγμές
 να τραγουδάω γεμάτος φως
 τις ανθισμένες μέρες.





 ΜΕΛΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ


 Με τη χαρούμενη καρδιά μου
 σαν κάθομαι και στοχάζομαι
 ατενίζοντας το διάστημα
 μελετώντας την εικόνα μου στην αιωνιότητα
 καθώς τα πάντα υπάρχουν την ίδια στιγμή
 αδιαφορώντας για τη χάρη.

 Βλέπω τη λαμπερή γη να γλιστράει
 στον ουρανό της
 τους ανθρώπους να χάνονται στην σκιά τους
 ψηλά τ' αστέρια να τραγουδούν
 τα δικά τους τραγούδια.

'Ολα σε μια κίνηση που δεν είναι πραγματική.
                       
 ..........................................

'Ολες οι μορφές είναι κενές
 σ' έναν κόσμο του τίποτα

 Κι εγώ ανάμεσα στην παρουσία και την απουσία
 είμαι στο κέντρο του παντός

 Που πάει να πει στου τίποτα το κέντρο.





 ΜΙΑ ΓΑΛΑΖΙΑ ΣΙΔΕΡΕΝΙΑ ΦΥΛΑΚΗ

 Η μέρα μου
 είναι μια ξέρα στενή με πλάσματα
 χωρίς φωνές.
 Μια γαλάζια σιδερένια φυλακή
 χωρίς δέντρα.
 Μέσα της ο Θεός δεν κατοικεί
 μόνο οι καϋμοί της μοναξιάς
 της λησμονιάς οι θλίψεις
 σ' έναν στενό κι αϋπνο ουρανό
 μ' όλα τ' αστέρια τρύπια
 κι έναν αγέρα μαύρα όνειρα
 συνέχεια να φυσά
 να τρέμουμε σαν τα πουλιά
 στη νύχτα.







 ΑΝΤΙΟ ΜΑΥΡΟ ΠΟΥΛΙ


 Ο άνεμος μιλάει στα σύννεφα
 Το δέντρο μιλάει στα πουλιά
 Τα πουλιά μιλάνε στα βράχια
 Στην πράσινη μέρα.

 Αντίο, μαύρο πουλί, αντίο.

 Πλάι στον ήλιο αναζητάς τον δρόμο σου
 Πλάι στον ήλιο αναζητάς το σπίτι σου
 Πλάι στον ήλιο αναζητάς τη φωτιά σου.

 Αντίο, μαύρο πουλί, αντίο

 Είναι δύσκολο να πετάς την αυγή
 Με τη μοναξιά στα μάτια σου.





 ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΙΙ

 Βράχοι του φωτός
 που τελειωμό δεν έχετε
 άγγελοι κι αστέρια σας σκεπάζουν
 κι είστε διαρκώς ολάνθιστοι.





 ΜΑΣ ΛΕΙΠΕΙ Η ΤΕΧΝΗ ΝΑ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ
                             
 Πάντα υπάρχει κάτι να δεις
 ένα φύλλο που πέφτει
 ένα μυρμήγκι που σκαρφαλώνει στο φως
 ένα σύννεφο που σκίζεται
 ο ήχος της βροχής που σκάει στο χώμα.

 Κι όμως μας λείπει η τέχνη να δεχόμαστε
 μονάχα να δεχόμαστε
 αυτό που μας έχει δοθεί
 παντού ολόγυρά μας.





 ΠΕΤΡΑ

 Πέτρα του ωραίου κόσμου
 γιομάτη καλοσύνη πέτρα

 πέτρα από φιλί καί άνεμο
 πέτρα λουλούδι του ήλιου
                                                        
 γέλιο παιδιού ξυπόλητου
 που σεργιανάει στη μέρα.





 ΤΙ ΠΙΑ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ

 Σ' αυτόν τον σκοτεινό κόσμο
 σ' αυτόν τον σκοτεινό ουρανό
 τι πια να περιμένω.
 Τον σιδερένιο ήλιο
 ή το χάρτινο το φεγγαράκι ;





 ME THN TAXYTHTA TOY ΦΩΤΟΣ  

 Να 'μαι
 
 τώρα
    
 εδώ
     
 εκεί

 χωρίς όνομα
 χωρίς χρόνο
 με την ταχύτητα του φωτός
 να πλέω πέρα απ' το φόβο και την επιθυμία
 αναπνέοντας αργά και με ευγένεια.

'Ετσι ζεστός κι απαλός
 σαν βρέφος
 στο χρυσαφένιο φως

 μπορώ να κυματίσω
 μες στο σώμα τ ' ουρανού μου.





 ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ

'Ενας βράχος κι ένας κούκος
 κι η προσευχή μου που τρίζει
 στα ροζιασμένα χέρια μου
 κάτω απ' το καθαρό φεγγάρι.



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου