Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

ΕΙΜΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΟΣ





















          ΕIΜΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΟΣ

                                                                    στον Κώστα Κρεμμύδα

  
   Ξαπλώνω
     πλέω στο βυθό του είναι
     λατρεύω τη ναυσιπλο'ί'α της νύχτας
     τα όνειρα πήζουν γύρω μου
     το σώμα μου φωτίζεται
     κατεβαίνω στο βάθος της ζωής
     εγκαταλείπομαι στη ροή του να θέλω
     αυτό που δεν έχω θελήσει.

     Είμαι υπηρέτης της ακατανόητης στιγμής
     φτιαγμένος από ένα σωρό πράγματα
     που με αγνοούν
     και τα αγνοώ.

     Δεν υπάρχει σίγουρη εικόνα μας
     όλες οι φωτογραφίες διαφέρουν μεταξύ τους.

     Ποτέ δεν νιώθω την ψυχή μου να έχει οροθετηθεί
     Εντούτοις αισθάνομαι περιτοιχισμένος
                                                          περιφραγμένος.

     Είμαι ελεύθερος αλλά ταξινομημένος
     ωστόσο έχω το δικό μου άπειρο
     που περιέχεται στο δικό σου άπειρο
     που ενσωματώνει το δικό του άπειρο
     ................................................................
     ................................................................
    'Ετσι ζούμε μέσα σε αμοιβαίες απομακρύνσεις
     υπάρχουμε γιατί ο κόσμος είναι ανεπαρκώς γνωστός μας.
   
     Είμαι λοιπόν η φωνή του αγνώστου
     ό,τι άγνωστο φέρνω μέσα μου
     είναι εκείνο που με ορίζει.

     Το αβέβαιο αποτελεί ακριβώς εμένα τον ίδιο
     θυσιάζω μέσα μου ό,τι ποθούσα να είμαι
     το κενό είναι η αφετηρία μου
     το τίποτα είναι η απαρχή μου.

     Είμαι η πράξη που ακυρώνει το αποτέλεσμα
     Είμαι συμπτωματικός.


 


Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

Η ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

















           Η ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ


     Στην απουσία μου αρχίζω πάλι να πέφτω
     στα χαρτιά, όπως η βροχή
     Δεν ξέρω αν βρίσκομαι εδώ ή εκεί
     στο δωμάτιο ή στον σπασμένο ουρανό
     Οι λέξεις παγόνια που κουρνιάζουν στο μέτωπό μου
     Γράφω όσο γίνεται πιο μακριά από μένα
     Αυτά που γράφω είναι σαν μαύρα κλωνάρια
     που διπλώνονται στη νύχτα
     Κινούμαι σαν τη φωτιά
     στο αβέβαιο χαρτί που μπερδεύεται με τ' όνειρο
     Δανείζω το χέρι μου στο φως
     Πηγαίνω μακρύτερα κι απ' τον εαυτό μου
     Δεν σταματώ
     ξαπλωμένος ανάμεσα στις λέξεις σαν έρωτας
     Τίποτα δεν μου αρκεί
     Δεν επαρκώ για τίποτα
     Η φωτιά που πνέει μπορεί και να με κάψει
     Νιώθω τη λέξη μέσα μου κι ωστόσο είμαστε δυο ξένοι
     Το ποίημα που πάλλεται μες στο λεηλατημένο φως
     διαρκεί όσο ένας οργασμός

     Αυτό που μένει μετά τη φωτιά
     είναι οι λέξεις αλώβητες σαν κρύες πέτρες
     κι η στάχτη του έρωτά μας.
    




Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

ΣΚΟΝΗ ΚΑΙ ΑΝΕΜΟΣ


























             ΣΚΟΝΗ ΚΑΙ ΑΝΕΜΟΣ


      Η γραφή μπαίνει νωρίς στη ζωή σου
      όταν λήξει το αιώνιο
      σαν ένας λόγος
      μες στον οποίο αποκοιμιέται η θλίψη σου.

      Γράφεις κάτω απ' τα κλεισμένα βλέφαρα της λύπης
      κάτω απ' τον ήλιο ή το σκοτάδι της ψυχής σου
      ψάχνεις μες στις μαύρες φτυαριές των λέξεων
      πετάς τις φράσεις στο κενό του χαρτιού
      και σου ξαναγυρίζουν όλο και περισσότερες.

      Αγγίζεις με το γυμνό σου χέρι
      εκεί που ματώνει η καρδιά.

      Οι λέξεις σου ξεκολλούν από κήπους κατάφωτους
      και σκοτεινές ρεματιές.
      Είναι το βουητό του γάργαρου νερού
      στις αμμουδιές του αίματος
      χωράνε στην παλάμη σου
      στο μάτι του αετού
      ανάβουν στον καθαρό αέρα.

      Έρχονται απ' το βάθος μιας απύθμενης μοναξιάς
      απ' την άφθονη απουσία σου
      και τρυπώνουν στο γαλάζιο αέρα της σελίδας.

      'Ετσι μαθαίνεις τη γραμματική της σιωπής
      το μάθημα του κενού.

       Χρειάζεσαι χρόνο για να μάθεις
       χρόνο για να συναντήσεις τον εαυτό σου.

      Οι λέξεις σου είναι φτιαγμένες από σκόνη
      το ποίημα από άνεμο.

      Αυτό που μένει τελικά
      είναι ό,τι πολυτιμότερο έχουν τα όνειρά σου

      Σκόνη και άνεμο.

      





Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΚΟΙΜΑΤΑΙ


















      AΥΤΟΣ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΚΟΙΜΑΤΑΙ

                                         Στον Τόλη Νικηφόρου
 

    Είναι αυτός που ποτέ δεν κοιμάται
    που μπορεί να κάνει τα πάντα
    αφού είναι ο κανένας κι είναι ο καθένας.
    Δεν τον διαφθείρει εκείνο που τον πλησιάζει
    γιατί πάντα απομακρύνεται.

   'Ερχεται στον κόσμο σα γεωμέτρης του τίποτα.
    Υπολογίζει το κάθε τι από ένστικτο.
    Γνωρίζει πως το κέντρο κι η περιφέρεια δεν υπάρχουν.
    Ακόμη δεν έφθασε κάπου
    κι όμως γνωρίζει αυτά που θα γίνουν.
    Υπάρχει τόση λίγη πραγματικότητα στη ζωή
    μα αυτός πάντα άγρυπνος
    καταμεσής του τώρα
    ξοδεύει το χρόνο του δίχως να τον μετρά.
    Δεν είναι από εδώ
                          Δεν είναι από κει
                                               Δεν είναι από πουθενά.
    Γιατί είναι από παντού.
    Είναι ο ίδιος ο θρίαμβος
    που φωτίζει και διασχίζει το πέρασμά του.
    Αιώνιος κι ακλόνητος
    γιατί μόνο μ' αυτό τον τρόπο
    μπορεί να γνωρίσει τον κόσμο
    μένοντας μέσα του κι αποφεύγοντάς τον συνάμα.
    Ζει απ' αυτό που δέχεται απ' τον κόσμο
    απ' αυτό που του παίρνει.
    Τα λόγια του γίνονται ένα με την εικόνα του.
    Είναι σε μια κατάσταση κίνησης κι ακινησίας.
    Τίποτε δεν ανακόπτει την ταχύτητα του φωτός μέσα του.
    Κανένας ύπνος δεν τον καταβάλλει.
    Πάντα λεύτερος ενεδρεύει κάτω απ' τα νεκρά
                                                                  φύλλα του ύπνου.
    Δεν έχει ηλικία.
    Ο χρόνος γλιστράει δίπλα του
    στο άνθος του κενού.
    Είναι ένα πτερόεν πνεύμα.


     
   



Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΩΙΝΑ ΣΟΥ ΑΝΘΙΖΟΥΝ

















  ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΩΙΝΑ ΣΟΥ ΑΝΘΙΖΟΥΝ  



Τώρα που όλα τα πρωινά σου ανθίζουν
και το παρελθόν με το παρόν ενώνονται
μ’ ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού σου.

Τώρα που τα φύλλα των δέντρων τρέμουν
και το ποτάμι ψάχνει την πηγή του.

Τώρα που ησυχάζουν τα σκοτεινά νερά της καρδιάς σου
και στο στόμα σου γεννιέται ένα κελάηδημα.

Άνεμοι λαμπεροί σηκώνονται στο μυαλό σου
και φιλντισένια σύννεφα ανεβαίνουν στα μαλλιά σου.

Έτσι όπως είσαι πιασμένος
ανάμεσα στ’ αγέννητο και σ’ αυτό που ζει
μπορείς αν προσπαθήσεις λίγο
να υπερβείς τον κύκλο της φθοράς και της ανάγκης

φτιάχνοντας ένα νέο υφαντό του κόσμου
με πολύχρωμα φυλλώματα και μουσικές.







Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014

ΜΕΣ' ΣΤΗΝ ΟΛΟΦΩΤΗ ΩΡΑ





ΜΕΣ' ΣΤΗΝ ΟΛΟΦΩΤΗ ΩΡΑ


Μέσ’ στην ολόφωτη ώρα
ανασαίνοντας αργά
τ’ αρώματα της μέρας
καθώς ο ήλιος
παλεύει στο μέτωπό μου
με σπαθιά διάφανα
πατώντας απαλά στις πέτρες του μεσημεριού
στα ολοζώντανα χορτάρια
στη σιωπή που κλαίει
μ’ ένα κορμί δίχως βάρος
από το ίδιο μου το είναι ξεχειλίζοντας
τώρα που βουλιάζει σάρκα και ψυχή
σ’ ένα μονάχα όνειρο
τώρα που ξεδιπλώνεται το φως το μέγα

πέφτω σα χρυσή βροχή
στη στέρνα τ' ουρανού.







Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Η ΜΕΡΑ ΣΟΥ Η ΑΛΗΘΙΝΗ
















      
 Η ΜΕΡΑ ΣΟΥ Η ΑΛΗΘΙΝΗ

                                               Στον Παντελή Γιαννουλάκη



Η μέρα κυλά γλυκά και μένει.
Περπατάς στη γη που έχεις ξεχάσει.
Ένας παιδικός ήλιος σ’ ακολουθεί.
Το ποτάμι περνά μέσα απ’ τα δάχτυλά σου
κι οι πύλες του μυαλού σου άνοιξαν για πάντα.
Τώρα τρέχεις στ’ άλση και τα’ άγρια δάση της ψυχής σου.
Τα σύννεφα αναπαύονται μέσα σου
και τα πουλιά σε χαιρετούν και σε φιλούν στο στόμα.
Ο δρόμος σου σε κρατάει απ’ το χέρι πάλι
κι ο χρόνος κουράστηκε να σε κυνηγά
και ξάπλωσε σ’ ένα μοναχικό δέντρο.

Τώρα μιλάς σαν το νερό
μιλάς σαν το ποτάμι
ευγενικό νερό και συ
που τρέχεις και δε φτάνεις.

Είσαι πουλί
είσαι παιδί
που παίζει
μέσα στις ώρες τις ακίνητες.

Η μέρα σου που κρατάς η αληθινή
δε θα λιώσει
μέσ’ στη φούχτα σου.




Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

ΟΠΩΣ ΘΑ 'ΛΕΓΕ ΚΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ

















  ΟΠΩΣ ΘΑ' ΛΕΓΕ ΚΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ


                   'Επρεπε να ράβεις
                και να κεντάς
                ανάμεσα στο δέρμα και στο αίμα
                μια γλώσσα που λέγεται σιωπή
                για να καίει πιο δυνατά
                κι όχι να κουνάς τα βυζιά σου
                πετώντας λέξεις στο χαρτί
                όπως θα 'λεγε κι ο ποιητής
                Μιχάλης Κατσαρός.
             
     







ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΣ ΜΕΣ' ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ


























 ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΣ ΜΕΣ' ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ   
   


Περιπλανώμενος μέσ’ στο παρόν
σ’ ένα εκτυφλωτικό τίποτα
αφήνοντας όλες τις σκέψεις πίσω σου
τους ήχους πίσω απ’ τις σιωπές
πηγαίνοντας απ’ τον ένα εαυτό στον άλλο
συνθλίβοντας το διάστημα με τα χέρια σου
με μια φωτιά στο μυαλό σου
που καίει όλους τους ηλίθιους νόμους
μέσα σ’ ένα σώμα που ονειρεύεται
διέλυσες όλα τα κακά ξόρκια του κόσμου
πάνω στα γλυκά μάτια των πουλιών.

Τώρα ελεύθερος μέσ’ στο τίποτα
ξεχνάς το αύριο
στου ήλιου τις αλάνες.

Πόσο ευγενικά και ήρεμα απομακρύνεσαι
με τ’ ανοιχτά ξαφνιασμένα μάτια σου
γεμάτα απ’ αγάπη
και διαλύεσαι μέσα στα σύννεφα τ' ουρανού
σα μια βροχή που δε φοβάται να γίνει θάλασσα.







Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ






















    ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ


Είμαι εδώ
στο χρυσό κύμα του δρόμου
γεμάτος εξαίσια αρώματα
λόγια αλαφρωμένα κι αναίτια χαμόγελα
ένας άνεμος δίχως αγρύπνια
έτοιμος για όλους και για όλα
γεμάτος κίνηση και ακινησία
σαν τον ήλιο του μεσονυκτίου
ρευστός και δυνατός σαν ποταμός μέσα στο σώμα
ένα πουλί στην άκρη του μυαλού μου
ένας ανθός στην κρύα λίμνη του κόσμου
διαμάντι στη δροσιά των χόρτων.

Πάντα μόνος
πάντα λεύτερος
υπερασπίζομαι το κερδισμένο μέρος.

Χύνομαι στην αθωότητα
όπου αντήχησε το πρώτο τραγούδι σα φλέβα νερού
που κάνει τη γη να γελά από ευτυχία.
Στη χλόη ξεχνώ τη γύμνια μου.
Στο σώμα μου ξαναγεννιούνται τα φτερά μου
έτοιμος να μην υποχωρήσω στ’ όνειρο

Και πετάω γύρω απ’ το μεγάλο φως
όπου το κάθε τι είναι καινούργιο.







Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

ΤΙΠΟΤ' ΑΛΛΟ ΠΑΡΑ ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΕΔΩ ΝΑ ΕΙΣΑΙ






















ΤΙΠΟΤ’ ΑΛΛΟ ΠΑΡΑ ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΕΔΩ ΝΑ ΕΙΣΑΙ


Διαβαίνεις γρήγορα
και είσαι σαν να μην ήσουν ποτέ
στο λαβύρινθο εδώ των σημείων
όπου χάνεσαι απρόσωπος
κι όμως είσαι όλα τα πρόσωπα
καθώς ονειρεύεσαι
φως άστρου πάνω σε άστρο
άηχος
ελαφρότερος κι απ’ τον αέρα
μέσ’ στα γαυγίσματα της μέρας
και των πόλεων τις φωνές
εσύ ο αγαπημένος των κρίνων.

Τώρα που ο κόσμος τρίζει
σαν ένας σωρός αναμμένα ξύλα
τίποτ’ άλλο παρά απλά
και μόνο εδώ να είσαι.




    



Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΘΕΟ ΜΟΥ






















 ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΘΕΟ ΜΟΥ


Εκεί που βρίσκομαι βαθιά στο χρόνο
ακούγοντας τον ήχο των κυμάτων της καρδιάς
μέσα απ’ τους γυμνούς χτύπους στις πλάκες του λιθόστρωτου
σε μια σπείρωση από ευωδιές
σε στιγμές που μένουν ακίνητες
πριν προλάβει ο χρόνος να κυλήσει
σ’ αυτό το σπασμένο χαλίκι που κρατώ στη φούχτα μου
(απομεινάρι από παιχνίδι ενός παιδιού που δε μεγάλωσε)
δίπλα στα ξερά φύλλα
στη σκιά του πλάτανου
κόσμος μέσα σε κόσμo
στον κόσμο που απλώνεται γύρω μου
κοιτώ με μάτια σφαλιστά
να συρθώ μέσ’ στ’ όνειρο
τώρα που τα’ αντικείμενα
αφέθηκαν στην άλλη τους ύπαρξη
και πια δε μ’ εξουσιάζουν.

Ίσως και να μην υπάρχω
παρά μόνο σα σκίρτημα φωτός
στο κρυστάλλινο δάκρυ που κυλά
πάνω στην πέτρα.








Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

ΕΞΑΡΓΥΡΩΝΟΝΤΑΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΝΕΦΩΝ
















 ΕΞΑΡΓΥΡΩΝΟΝΤΑΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ
 ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΝΕΦΩΝ


Ο ήλιος φλόγα που σφύζει έπαρση
ανασηκώνεις τη σκόνη με τα μάτια σου
τα κουρέλια του αέρα κοσμούν τους ώμους σου
ενοικιάζεται το παρόν
βογγά η μέρα
σαλεύεις λίγο το κενό μέσα σου
εξαργυρώνεις επιταγές στις τράπεζες των σύννεφων.
Το φως κρυστάλλινος όφις ουράνιος
τρυπά το στήθος σου.
Σε συντρίβει μέσ’ στο ανέφικτο.

Αφήνεις να σε προσπεράσουν κάποιες μνήμες
-που ξεθώριασαν μέσα σου-
σαν ταινία παιγμένη προς τα πίσω
στην οθόνη της δικής σου συνείδησης.

Ανόητες ιδέες δικές σου
σαρκοφάγα λουλούδια.

Μάταια ανατινάχτηκες
μάταια υπήρξες επί μακρόν
στη νεόχτιστη κενότητά σου.

Παρ’ όλο που τόσο επιθύμησες
ν’ ανταμωθείς στα μάτια των αγγέλων
είσαι σαν ένα ρούχο αδειανό
πιασμένο απ’ τα αγκάθια της ζωής
που το λικνίζει ο άνεμος.





ΑΥΤΗ Η ΜΕΡΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΑΝΤΟΥ






















        
       ΑΥΤΗ Η ΜΕΡΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΑΝΤΟΥ
        

    Καθώς το χάραμα εμφανίστηκε σαν κεραυνός
    η σιωπή κούρνιασε στην πέτρα.

    Αράζω κι ανοίγω την ψυχή μου
    κι αυτή καλπάζει σαν άγριο άλογο.

    Μικρά στίγματα φωτός
    διάσπαρτα παντού.

    Φτιαγμένος από έρωτα και σκόνη
    εκπέμπω παντού μια λάμψη κατάφασης.

    Χοροπηδώντας διέσχισα τη λήθη.
    Ένας ουρανός γεμάτος πουλιά με ταξιδεύει
    κι οι δρόμοι καταλήγουν σ’ ένα ποτάμι φωτός.

    Ξαφνικά η γάτα μου γουργουρίζει όλο ευχαρίστηση
    κι η εικόνα προσπαθεί να βρεθεί σε κατάσταση ισορροπίας.

    Τι ικανοποίηση να διασχίζεις αργόσχολα
    το άπειρο
    περιμένοντας κάθε φορά
    όλο και κάτι καινούργιο να δεις.